Ἡ σχολὴ παραδοσιακῶν μουσικῶν ὀργάνων τοῦ Συλλόγου πρὸς διάσωση τῆς πολιτιστικῆς μας κληρονομιᾶς καὶ παράδοσης ὑπῆρξε ἕνα φιλόδοξο ὄντως ἐγχείρημα (ὁραματισμὸς τοῦ ὑποφαινόμενου), τὸ ὁποῖο μὲ κοπιώδεις ἐνέργειες καὶ ἐργώδεις προσπάθειες κατέστη δυνατὸν νὰ λειτουργήσει ἀξιοπρεπῶς ἐπὶ ἑνάμισυ ἔτος περίπου.

Μὲ κύριο στόχο τὴ μεταλαμπάδευση τῆς τέχνης εὐαρίθμων προγόνων μας στὰ νέα παιδιὰ τῆς Αἴγινας, τὴ δραστηριοποίησή τους -ἐκτὸς τῶν ποικίλων ἄλλων «μορφωτικῶν εὐκαιριῶν» ποὺ παρείχοντο στὸ νησί- καὶ στὸ χῶρο τῆς ἐθνικῆς μουσικῆς παράδοσής μας καί, ἐπαγωγικά, τὴν σταδιακὴ στελέχωση καὶ τῶν μουσικῶν σχημάτων τοῦ Συλλόγου μὲ ἀμιγῶς γηγενὲς «καλλιτεχνικὸ προσωπικό», περιήλθαμε μὲ τὴ χορῳδία καὶ ὀρχήστρα τοῦ Συλλόγου -κατὰ τὴν 8η Φεβρουαρίου τοῦ ἔτους 1991 (καὶ ἔπειτα ἀπὸ συνεννόηση μὲ τοὺς διευθυντὲς τῶν σχολείων τοῦ νησιοῦ), τὰ Α΄ καὶ Β΄ Δημοτικὰ Σχολεῖα τῆς Αἴγινας, τὸ Δημοτικὸ Σχολεῖο τῆς Κοινότητας Κυψέλης, τὸ Γυμνάσιο καὶ Λύκειο Αἴγινας καὶ τὸ Γυμνάσιο Κυψέλης, τραγουδώντας -ἐπίκαιρα τότε- ἀποκριάτικα τραγούδια· παράλληλα, ὁ ὑποφαινόμενος ἐπιχειροῦσε μιὰ σύντομη ἐνημέρωση τῶν μαθητῶν γιὰ τὸ σχεδιαζόμενο ἐγχείρημα, ἐνῶ γιὰ περαιτέρω πληροφορίες διενέμετο καὶ σχετικὸ φυλλάδιο, ποὺ ἁρμοδίως εἶχα συντάξει καὶ τυπώσει[1].

Καρπὸς αὐτῆς τῆς προσπάθειας ἦταν ἡ ἐγγραφὴ στὴν ἐν λόγῳ Σχολὴ τοῦ Συλλόγου τριάντα νέων παιδιῶν τῆς Αἴγινας, τὰ ὁποῖα μὲ ἰδιαίτερο ζῆλο κατέγιναν στὴ σπουδὴ ἑπτά-ὀκτώ, περίπου, παραδοσιακῶν μουσικῶν ὀργάνων· ὁ ὑποφαινόμενος -ἐκτὸς ἀπὸ τὴ γενικὴ διεύθυνση καὶ τὴν ὅλη ἐποπτεία περὶ τῆς ὁμαλῆς λειτουργίας τῆς Σχολῆς- ἀνέλαβα καὶ τὴ διδασκαλία τοῦ σαντουριοῦ, ἐνῶ ἄλλοι φίλοι ὀργανοπαῖκτες προσκλήθηκαν ἀπὸ τὴν Ἀθήνα γιὰ τὴ διδασκαλία τῶν ὑπολοίπων ὀργάνων (Κλαρίνο-Φλογέρα/ Βιολὶ-Λύρα Κρήτης/ Λαοῦτο-Ταμπουρᾶς-Οὖτι).

Ἡ βραχύβια, δυστυχῶς (ὣς τὰ τέλη, περίπου, τοῦ ἔτους 1992), λειτουργία τῆς Σχολῆς [λόγῳ ποικίλων, οἰκονομικῆς κυρίως φύσεως, δυσχερειῶν], δὲν ἐξελήφθη -ἀπὸ τὸ Σύλλογό μας τοὐλάχιστον- ὡς ἀποτυχία τοῦ ὅλου ἐγχειρήματος· ἤδη παραμένει στὸ νησὶ μιὰ «μικρὰ ζύμη» νέων ἀνθρώπων, ποὺ ἰδιωτικὰ πλέον συνεχίζουν τὴν τότε ἀρξαμένη μουσικὴ σπουδὴ καὶ κυρίως δημιουργοῦν εὐοίωνες προοπτικὲς γιὰ μελλοντικὴ «ζύμωσιν ὅλου τοῦ φυράματος» (Α΄ Κορ. 5, 6)[2].


[1] Σημειωτέον, ἐπίσης, ὅτι πλῆρες δημοσιεύθηκε καὶ στὴν αἰγινητικὴ ἐφημερίδα Πολίτης τῆς Αἴγινας, στὸ φύλλο Μαρτίου 1991.

[2] Σημειωτέον ὅτι ὁ ὑποφαινόμενος -ἐνεργώντας ἐκ μέρους τοῦ Συλλόγου- δὲν ἔπαυσα ἔκτοτε νὰ ἀναζητῶ νέους ἐπαρκεῖς πόρους γιὰ τὴ λειτουργία τῆς συγκεκριμένης Σχολῆς. Σύντομα [καὶ ἀφοῦ παλαιότερη πρότασή μου γιὰ ἀνάληψη τῆς εὐθύνης λειτουργίας σχετικῆς Σχολῆς ἀπὸ τὸν Δῆμο Αἴγινας δὲν ἔγινε ἀποδεκτή], κατέληξα στὸ συμπέρασμα ὅτι ἡ μόνη βιώσιμη λύση προϋπέθετε τὴν ὑπαγωγὴ τοῦ ὅλου ἐγχειρήματος ὑπὸ τὴν αἰγίδα περισσότερων τοῦ ἑνὸς ὀμοειδῶν (καὶ «ὁμογνωμούντων») φορέων τοῦ τόπου· μὲ ἰδιαίτερη αἰσιοδοξία, πάντως [ἔπειτα καὶ ἀπὸ πρόσφατη σύσκεψή μου μὲ τὸ συμβούλιο τοῦ τοπικοῦ Συλλόγου Φίλων τῆς Μουσικῆς], καταγράφω ἐδῶ τὴν «ὁσημέραι ὡριμαζομένη» αὐτὴν ἰδέα, τῆς ἐπαναλειτουργίας δηλαδὴ ὁμοειδοῦς Σχολῆς μὲ σύμπραξη πολλῶν ἁρμόδιων παραγόντων τοῦ τόπου, ἡ ὑλοποίηση τῆς ὁποίας εὐελπιστῶ ὅτι σύντομα θὰ εὐοδοθεῖ.